Η Formula 1 στη χώρα και στην πίστα που την φιλοξένησε για πρώτη φορά, με τον πρώτο αγώνα στην ιστορία του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος το 1950. Η αλλαγμένη πίστα του Silverstone είναι έτοιμη να δώσει νέες προκλήσεις σε οδηγούς και ομάδες, αλλά και αρκετό θέμα στον κόσμο. Ο πρώτος αγώνας του δεύτερου μισού της χρονιάς είναι πολύ σημαντικός για το κυνήγι του τίτλου με τις ομάδες να ρίχνουν όλα τους τα όπλα στη μάχη και να ανοίγουν όλα τα χαρτιά τους για τον παραμικρό βαθμό....
Οι μεγάλες αναβαθμίσεις που αναμένεται να φέρει η μια εκ των δύο ομάδων που διεκδικούν τον τίτλο, η McLaren, ίσως να κάνει τη διαφορά, όπως θέλουν να πιστεύουν οι άνθρωποι της ομάδας αλλά και όλοι οι Βρετανοί που θα βρεθούν να υποστηρίξουν του δύο Βρετανούς Παγκόσμιους Πρωταθλητές στη βρετανική ομάδα. Έτσι λοιπόν το Βρετανικό GP είναι ίσως περισσότερο από ποτέ εθνικό θέμα για τους Βρετανούς. Από την άλλη, η Red Bull Racing έχει δείξει ότι διαθέτει όλα όσα χρειάζονται για να κάνει τη ζημιά όπως το έκανε και πέρυσι με ένα απόλυτο 1-2. Στο παιχνίδι όμως φαίνεται να μπαίνει και η Ferrari, η οποία έδειξε πολύ καλά δείγματα γραφής στο Ευρωπαϊκό Grand Prix με τον Fernando Alonso να θέλει τη νίκη στην πατρίδα του μεγάλου αντιπάλου του, Lewis Hamilton.
Υπάρχουν λοιπόν όλα τα απαραίτητα στοιχεία για να παρακολουθήσουμε μια μεγάλη μάχη μεταξύ πρωταθλητών αλλά και υποψήφιων μνηστήρων του θρόνου.
Το Βρετανικό Grand Prix για μια ακόμη φορά θα φιλοξενηθεί στην πίστα του Silverstone, η οποία βρίσκεται κοντά στο Northamptonshire και στο Buckinghamshire. Η πίστα έχει βασιστεί πάνω στο παλιό αεροδρόμιο της πολεμικής αεροπορίας, το οποίο χρησιμοποιούταν στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η διαδρομή του αγώνα έχει αλλάξει αρκετές φορές όλα αυτά τα χρόνια ξεκινώντας από την περιμετρική πίστα στα 2 πρώτα χρόνια της διεξαγωγής του ενώ το 1952 η γραμμή εκκίνησης – τερματισμού άλλαξε σημείο και μετακινήθηκε εκεί που είναι και σήμερα. Τα επόμενα 35 χρόνια η διαδρομή παρέμεινε αναλλοίωτη. Το 1975 όμως προστέθηκε ένα chicane έτσι ώστε να περιορίσει την ταχύτητα των μονοθεσίων στη Woodcote, στη συνέχεια όμως αφαιρέθηκε και τοποθετήθηκε ένα άλλο chicane στην Bridge. Το 1991, η πίστα επανασχεδιάστηκε και όλες οι στροφές, εκτός της Woodcote και της Abbey, άλλαξαν. Οι Becketts, Vale, Priory και Luffield ήταν οι νέες στροφές που προστέθηκαν στη διαδρομή.
Οι αλλαγές συνεχίστηκαν κατά τη διάρκεια των ετών, προτού φτάσουμε στη μεγάλη αλλαγή που έχει γίνει στην πίστα για το 2010. Η διαδρομή από την γραμμή εκκίνησης – τερματισμού μέχρι την Abbey είναι η ίδια, εκεί όμως αρχίζει το νέο κομμάτι το οποίο είναι αρκετά σφιχτό, στρίβοντας δεξιά για την αριστερή Farm, στη συνέχεια ακολουθεί η αριστερή Loop και η επίσης αριστερή Aintree, που οδηγεί στην ευθεία Wellington. Στο τέλος της ευθείας βρίσκεται το παλιό κομμάτι με την Brookland και τη Luffield, που οδηγούν στην τελική ευθεία. Η πίστα έχει μεγαλώσει σε μήκος κατά 759 μέτρα και το συνολικό της μήκος πλέον είναι 5,901 χιλιόμετρα ενώ οι οδηγοί θα καλύπτουν την απαιτούμενη απόσταση με 52 γύρους. Η νέα πίστα αποτελείται πλέον από 18 στροφές, με 10 από αυτές να είναι δεξιές και 8 αριστερές.
Αλλαγές έχουν γίνει και στις κερκίδες, οι οποίες έχουν ματακινηθεί πιο κοντά στην πίστα, ώστε να υπάρχει όσο το δυνατό μεγαλύτερη επαφή του κόσμου με τη δράση. Επίσης έχουν δημιουργηθεί τεχνητοί λόφοι στο νέο κομμάτι της πίστας δίνοντας σε περισσότερο κόσμο την ευκαιρία να βρεθεί στην πίστα.
Το πιθανά ταχύτερο Grand Prix του Πρωταθλήματος μετά τις αλλαγές, το Silverstone, απαιτεί πολλά από τον κινητήρα. Όμως ένα καλά ισορροπημένο set-up είναι το ιδανικό καθώς οι πολλές εναλλαγές κατεύθυνσης με υψηλές ταχύτητες είναι το σήμα κατατεθέν της βρετανικής πίστας. Η αεροδυναμική αλλά και η σκληρότερη γόμα ελαστικών από τις δύο παίζουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της ταχύτητας μέσα στις πολύ γρήγορες στροφές όπως το σύμπλεγμα στροφών Maggotts και Becketts.
Ένας άλλος παράγοντας που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι οδηγοί εκτός από την τεχνική πρόκληση της πίστας είναι και ο άστατος καιρός πάνω από τη βρετανική πίστα. Οι ισχυροί άνεμοι είναι πάντα πρόβλημα στο παλιό αεροδρόμιο και μπορούν να επηρεάσουν την οδηγησιμότητα του μονοθεσίου. Έτσι οι οδηγοί πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί στην επιλογή του κατάλληλου set-up. Η Bridgestone για το Βρετανικό Grand Prix έχει αποφασίσει να φέρει τη μαλακή και τη σκληρή γόμα.
Το πρώτο Grand Prix του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος της Formula 1 έλαβε χώρα στη Μεγάλη Βρετανία, στις 13 Μάιου του 1950, στο παλιό αεροδρόμιο του Silverstone. Ο Giuseppe Farina με την Alfa Romeo 158 εκκινούσε από την pole position, μπροστά από τις άλλες δύο "Ιταλίδες" 158 των Luigi Fagioli και Juan Manuel Fangio.
Ο Farina έφυγε μπροστά στην εκκίνηση, με κοινό 200.000 θεατές να παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα την πρώτη εκκίνηση του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Formula 1. Η κυριαρχία των Alfa Romeo ήταν πασιφανής καθώς οι 4 πρώτες θέσεις ήταν ρεζερβέ, όταν ξαφνικά ο Fangio δεν μπόρεσε να συνεχίσει άλλο και εγκατέλειψε τον αγώνα παραχωρώντας την 3η θέση στην άλλη Alfa Romeo του Reg Parnell. Ο αγώνας ολοκληρώθηκε με το 1-2-3 των ιταλικών μονοθεσίων, με τον Nino Farina να κατακτά την πρώτη νίκη του πρώτου αγώνα του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Formula 1. Στη 2η και 3η θέση ακολούθησαν οι Luigi Fagioli και Reg Parnell.
Το 1954, το Silverstone φιλοξενούσε για ακόμα μία φορά το Βρετανικό Grand Prix, με τον κόσμο να περιμένει να δει τα ασημένια βέλη σε άλλη μια άνετη επικράτηση, κάτι που δεν έγινε, παρόλο που ο Manuel Fangio έσπασε το φράγμα των 160 χλμ/ώρα, γράφοντας 161,5 χλμ/ώρα. Ο Αργεντίνος εκκίνησε από την pole position αλλά ο συμπατριώτης του, Froilan Gonzalez, πήρε την πρωτοπορία από τον πρώτο γύρο και είδε πρώτος την καρό σημαία με τη Ferrari. Ο Fangio αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα στον αγώνα, με αποτέλεσμα να τερματίσει στην 4η θέση, ενώ στα άλλα δύο σκαλιά του βάθρου ανέβηκαν ο Hawthorn, ο οποίος συμπλήρωσε το 1-2 της Scuderia, και ο Marimon, ο οποίος ανέβηκε στο πρώτο βάθρο της καριέρας του.
Το Βρετανικό Grand Prix του 1957 έχει μείνει στην ιστορία διότι ήταν η πρώτη νίκη ενός εξολοκλήρου βρετανικού μονοθεσίου, αυτού της Vanwall, με τους Stirling Moss και Tony Brooks στο τιμόνι. Το Aintree κοντά στο Λίβερπουλ ήταν η πίστα που φιλοξενούσε τον 5ο αγώνα εκείνης της χρονιάς για χάρη της Γηραιάς Αλβιώνας, με τον Stirling Moss να δείχνει τις δυνατότητες της Vanwall από τις κατατακτήριες κατακτώντας την pole position. Η εκκίνηση του αγώνα ήταν ιδανική για τον Βρετανό καθώς διατήρησε την πρωτοπορία, ενώ πίσω του στους πρώτους γύρους του αγώνα υπήρχαν μόνο Βρετανοί οδηγοί προκαλώντας τον ενθουσιασμό του κοινού. Η συνέχεια όμως δεν ήταν η καλύτερη για τον Moss καθώς αναγκάστηκε να μπει στα pit επειδή ο κινητήρας της Vanwall άρχισε να ρετάρει. Ο ομόσταβλός του όμως, Tony Brooks, μπήκε και αυτός με τη σειρά του στα pit για να παραχωρήσει όπως συνηθιζόταν τότε το μονοθέσιό του στον ομόσταβλό του. Ο Moss επέστρεψε 9ος στην πίστα με τον Behra να ηγείται του αγώνα. Ο Βρετανός άρχισε να σκαρφαλώνει στο grid τη στιγμή που ο πρωτοπόρος του αγώνα εγκατέλειψε από πρόβλημα στο συμπλέκτη. Τα θραύσματα που έμειναν στην πίστα προκάλεσαν κλατάρισμα στα ελαστικά του Hawthorn με αποτέλεσμα στην πρώτη θέση να βρεθεί ο Lewis Evans με την άλλη Vanwall και με ο Moss στη 2 θέση να τον ακολουθεί. Το φυσικό επακόλουθο ήταν η προσπέραση του Moss στον συμπατριώτη του για την πρώτη θέση του αγώνα. Οι δύο Vanwall δεν μπόρεσαν να τερματίσουν σε σχηματισμό καθώς ο Evans αντιμετώπισε ένα πρόβλημα με το γκάζι που τον έριξε πιο πίσω.
Η πρώτη νίκη της Vanwall, ενός εξολοκλήρου βρετανικού μονοθεσίου, ήταν πραγματικότητα με δύο Βρετανούς στο τιμόνι, τον Stirling Moss και τον Tony Brooks. Στη 2η θέση τερμάτισε ο Luigi Musso με Ferrari και στην 3η θέση ένας άλλος Βρετανός, ο Mike Hawthorn, και αυτός με Ferrari. Ο Moss επίσης έκανε και τον ταχύτερο χρόνο του αγώνα συμπληρώνοντας το τρίπτυχο της επιτυχίας.
Στα μέσα της δεκαετίας του 60 το βρετανικό κοινό είχε τη χαρά να δει 5 Βρετανούς οδηγούς να περνούν σε παράταξη τη γραμμή τερματισμού κάνοντας το μοναδικό 1-2-3-4-5. Το 1965 στις 10 Ιουλίου, ο Jim Clark ήταν ο pole man με 4 συμπατριώτες του να τον ακολουθούν. Η εκκίνηση όμως δεν ήταν η καλύτερη για τον Βρετανό, ο οποίος έχασε τη θέση του από τον Αμερικάνο Richie Ginther, ο οποίος όμως δεν άντεξε πολύ στην πίεση του Clark και υπέκυψε. Ενώ o Βρετανός ξεμάκραινε, πίσω του οι συμπατριώτες του τον ακολουθούσαν σε σχηματισμό. Λίγους γύρους πριν την καρό σημαία το μονοθέσιο του Clark αντιμετώπισε πρόβλημα στον κινητήρα.
Ο Clark όμως κατάφερε να δει πρώτος την καρό σημαία κατακτώντας τη νίκη του Βρετανικού Grand Prix, με τους Graham Hill και John Surtees να ακολουθούν στη 2η και 3η θέση, ενώ στην 4η και 5η τερμάτισαν οι Mike Spence και Jackie Stewart, ολοκληρώνοντας το εκπληκτικό 1-2-3-4-5 μπροστά στο ενθουσιώδες κοινό. Το 1966, το Βρετανικό Grand Prix διεξήχθη στο Brands Hatch, με τον Jack Brabham να εκκινεί από την pole παίρνοντας το ρίσκο να βάλει βρόχινα ελαστικά καθώς είχε βρέξει πριν τον αγώνα. Ένα ρίσκο που του βγήκε στους πρώτους γύρους ανοίγοντας τη διαφορά από τους υπόλοιπους, κατακτώντας τη νίκη μπροστά από τον ομόσταβλό του, Denny Hulme, κάνοντας το 1-2 για την ιδιωτική ομάδα του Αυστραλού. Στην 3η θέση τερμάτισε ο Graham Hill ενώ τον πρώτο του βαθμό πήρε ο Bruce McLaren με την ιδιωτική του ομάδα.
Το Βρετανικό Grand Prix του 1973 ήταν το τελευταίο για το παλιό Silverstone, καθώς από την επόμενη φορά η πίστα στο παλιό αεροδρόμιο θα είχε υποστεί ένα μικρό lifting. Ο Ronnie Peterson ήταν ο poleman, ο οποίος έφυγε χωρίς προβλήματα, λίγο πιο πίσω όμως ο Jody Scheckter, ο οποίος εκκινούσε από την 4η θέση, έχασε τον έλεγχο της McLaren, έκανε τετ-α-κε και χτύπησε στον τοίχο προκαλώντας το χάος πίσω του, με αρκετά μονοθέσια να πέφτουν το ένα πάνω στο άλλο. Δυστυχώς, ο Andrea de Adamich τραυματίστηκε σε αυτό το ατύχημα με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει την ενεργό δράση. Ο αγώνας διεκόπη και η επανεκκίνηση έδωσε την ευκαιρία στον Niki Lauda να περάσει στην πρώτη θέση του αγώνα, την οποία δεν κράτησε για πολύ, καθώς αντιμετώπισε πρόβλημα με το μονοθέσιό του. Οι εγκαταλείψεις των Fittipaldi και Stewart έδωσαν την ευκαιρία στον Αμερικάνο Revson να ανέβει στη 2η θέση πίσω από τον Peterson. Η πίεση του Αμερικάνου στον Σουηδό απέδωσε καρπούς προσπερνώντας για την πρώτη θέση.
Ο Revson πανηγύρισε την πρώτη νίκη της καριέρας του. Στη 2η και 3η θέση τερμάτισαν οι Peterson και Hulme αντίστοιχα. Τρία χρόνια αργότερα, το 1976, το Brands Hatch φιλοξενούσε το Βρετανικό Grand Prix με τον Niki Lauda να εκκινεί από την pole position. Στην εκκίνηση ο Clay Regazzoni συγκρούστηκε με τον ομόσταβλό του στην προσπάθειά του να ανέβει θέσεις, με αποτέλεσμα ο James Hunt να πέσει πάνω στον Ελβετό, ενώ από την ακινητοποιημένη Ferrari δεν γλύτωσε ούτε ο Laffite. Το χάος αυτό προκάλεσε τη διακοπή του αγώνα.
Στην επανεκκίνηση και οι τρεις οδηγοί βρέθηκαν ξανά στο grid με τον Lauda να φεύγει μπροστά οδηγώντας τον αγώνα μέχρι τον 45ο γύρο, που αντιμετώπισε πρόβλημα με το κιβώτιο ταχυτήτων του και έχασε τη θέση του από τον Hunt. Ο Βρετανός κατέκτησε τη νίκη με χαοτική διαφορά από τον Αυστριακό ενώ στην 3η θέση τερμάτισε ο Jody Scheckter. Η Ferrari διαμαρτυρήθηκε για παρατυπίες στο μονοθέσιο της McLaren, η οποία δικαιώθηκε μετά την έφεση. Έτσι η νέα κατάταξη είχε τον Lauda στην 1η θέση, Jody Scheckter στην 2η και στην 3η τον John Watson.
Η επιστροφή του Frank Williams στα paddocks μετά το ατύχημα του ήταν το πρώτο σημαντικό γεγονός του Βρετανικού Grand Prix στο Brands Hatch του 1986. Το άλλο σημαντικό γεγονός ήταν οι 180 συμμετοχές του Jacques Laffite ο οποίος θα ξεπερνούσε το ρεκόρ του Graham Hill με 179. Το 1-2 των δύο μονοθεσίων του Βρετανού ήταν ίσως το καλύτερο δώρο που θα μπορούσε να του επιφυλάσσει η διαδικασία των κατατακτηρίων δοκιμών. Ο Mansell αντιμετώπισε πρόβλημα με το μονοθέσιό του στην εκκίνηση του αγώνα ενώ λίγο πιο πίσω ο Laffite έπεσε θύμα του χάους που δημιουργήθηκε από την σύγκρουση 9 μονοθεσίων με αποτέλεσμα να πέσει στις μπαριέρες και να σπάσει και τα δύο του πόδια. Ο Γάλλος μετά το ατύχημα αυτό δεν επέστρεψε ποτέ στην ενεργό δράση ολοκληρώνοντας άδοξα τις 180 συμμετοχές του σε Grand Prix. Το πρόβλημα που είχε το μονοθέσιο του Mansell ήταν στο σύστημα μετάδοσης, με αποτέλεσμα ο Βρετανός να πάρει το εφεδρικό, το οποίο ήταν ρυθμισμένο στα μέτρα του ομόσταβλού του, Nelson Piquet.
Η επανεκκίνηση είχε ως αποτέλεσμα ο Piquet να στρίψει πρώτος από την pole ενώ ο Berger προσπέρασε τον Mansell. Ο Βρετανός όμως πήρε πίσω τη θέση του λίγους γύρους μετά. Το λάθος του Piquet δεν άργησε να γίνει και ο «λέοντας» δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Ο Mansell οδήγησε μέχρι την καρό σημαία παίρνοντας τη νίκη μπροστά στο κοινό που παραληρούσε. Στην 2η θέση τερμάτισε ο ομόσταβλός του, Piquet, ολοκληρώνοντας το 1-2 της Williams, ενώ στην 3η θέση βρέθηκε ο Alain Prost.
Δύο χρόνια μετά στις 10 Ιουλίου του 1988 το Silverstone ήταν η πίστα που φιλοξένησε το Βρετανικό Grand Prix με τον Gerhard Berger να παίρνει την pole position. Η βροχή δεν επηρέασε τον Αυστριακό, ο οποίος έφυγε καθαρά πρώτος στην εκκίνηση του αγώνα, ενώ πίσω του ήταν πλέον ο Ayrton Senna, ο οποίος είχε προσπεράσει τον Michele Alboreto. Η βροχή ήταν τόσο δυνατή που ο Prost αναγκάστηκε να μπει στα pit και να αποσυρθεί από τον αγώνα. Στον αντίποδα, ο ομόσταβλός του είχε ανέβει στην πρώτη θέση, με τον Berger να πέφτει πιο πίσω στο grid λόγω προβλημάτων.
Ο Senna πανηγύρισε τη νίκη του στο Βρετανικό Grand Prix με τον Nigel Mansell να τερματίζει στη 2η θέση με την ατμοσφαιρική Williams, ενώ στην 3η θέση τερμάτισε ο Alessandro Nannini με την επίσης ατμοσφαιρική Benetton.
Το 1994 το Βρετανικό Grand Prix φιλοξενήθηκε για ακόμα μία φορά στην πίστα του Silverstone. Η pole position κρίθηκε στο χιλιοστό πραγματικά καθώς η διαφορά του poleman, Damon Hill, από τον 2ο Michael Schumacher ήταν μόλις 0,003 χιλιοστά του δευτερολέπτου. Ακόμα και η 3η θέση την οποίο πήρε ο Gerhard Berger απείχε ελάχιστα από τον πρώτο χρόνο με διαφορά 0,020. Στο γύρο σχηματισμού ο Schumacher προσπέρασε τον Hill προτού τον αφήσει να πάρει κανονικά την θέση του στην εκκίνηση. Λίγο πριν σβήσουν τα πράσινα φώτα ο κινητήρας του David Coulthard έσβησε, με αποτέλεσμα στην επανεκκίνηση ο Βρετανός να ξεκινήσει από το τέλος του grid. Όταν τελικά έσβησαν τα κόκκινα φώτα οι Hill, Schumacher και Berger έφυγαν χωρίς καμία αλλαγή θέσεων. Λίγους γύρους μετά οι αγωνοδίκες αποφάσισαν πως πρέπει να δώσουν ποινή στάσης 5 δευτερολέπτων για το αντικανονικό προσπέρασμα που έκανε στον Hill στο γύρο σχηματισμού. Η ομάδα του Γερμανού όμως δεν συμμορφώθηκε με την ποινή καθώς δεν συμφώνησε με τον τρόπο επιβολής και ενημέρωσης. Ο Schumacher συνέχισε κανονικά τον αγώνα και πέρασε στην 1η θέση, 7 γύρους μετά την επιβολή της ποινής οι αγωνοδίκες έβγαλαν μαύρη σημαία στον οδηγό της Benetton, κάτι που σήμαινε πως ο αγώνας του είχε τελειώσει. Ο Schumi όμως συνέχισε κανονικά ισχυριζόμενος μετά το τέλος του αγώνα πως δεν είδε την μαύρη σημαία. Τελικά στον 27ο γύρο η Benetton αποφάσισε να βάλει τον οδηγό της στα pit να εκτίσει την ποινή του.
Ο Hill είδε την καρό σημαία πρώτος ενώ πίσω του ακολούθησε ο Schumacher ο οποίος στη συνέχεια ακυρώθηκε καθώς είχε δει τη μαύρη σημαία στον αγώνα. 2ος τελικά ήταν ο Alesi ενώ στο χαμηλότερο σκαλί του βάθρου ανέβηκε ο Hakkinen. Η ομάδα της Benetton δέχθηκε πρόστιμο της τάξεως των 25.000 δολαρίων.
Με το κλείσιμο της δεκαετίας του ’90 το Βρετανικό Grand Prix γινόταν και πάλι στο Silverstone, το οποίο είχε καθιερωθεί και ήταν μια χρονιά-ορόσημο για την ιστορία της Formula 1 αλλά και για την καριέρα του Michael Schumacher. Την Κυριακή 11 Ιουλίου του 1999 ο Γερμανός δις τότε πρωταθλητής στην προσπάθειά του να βρεθεί μπροστά από τον ομόσταβλό του, Eddie Irvine, στην εκκίνηση για το κυνήγι της πρώτης θέσεις και του poleman Mika Hakkinen έχασε το φρενάρισμα στη Stowe, με αποτέλεσμα να πέσει με αρκετά χιλιόμετρα πάνω στα προστατευτικά ελαστικά. Ο Γερμανός έσπασε το πόδι του από τη δυνατή μετωπική σύγκρουση της F399 και έχασε σχεδόν όλη την υπόλοιπη χρονιά.
Η κόκκινη σημαία σήμανε τη διακοπή του αγώνα. Στην επανεκκίνηση, ο Hakkinen έφυγε καλά διατηρώντας την πρώτη θέση αλλά εξίσου καλά έφυγε και ο Irvine ο οποίος προσπέρασε τον Coulthard. Το pitstop των δύο πρωτοπόρων έφερε ανακατατάξεις στην πρωτοπορία καθώς ο Irvine καθυστέρησε επειδή υπήρξε μια σύγχυση με τους μηχανικούς της McLaren αλλά και ο Hakkinen με τη σειρά του καθυστέρησε επειδή έχασε έναν τροχό. Ο Φινλανδός επέστρεψε στα pit και αποσύρθηκε για λόγους ασφαλείας. Με αυτά τα δύο συμβάντα ο Coulthard επωφελήθηκε και πέρασε στην 1η θέση, στην οποία και τερμάτισε. Στη 2η θέση τερμάτισε ο Irvine ενώ πίσω του στην 3η ήταν ο Ralf Schumacher.
Το Βρετανικό Grand Prix του 2003 έχει μείνει στην ιστορία για την εισβολή του θεατή με την σκοτσέζικη φούστα μέσα στην πίστα κατά τη διάρκεια του αγώνα. Από την pole position εκείνου του αγώνα εκκινούσε ο Rubens Barrichello, ο οποίος όμως έχασε τη θέση του από τον Jarno Trulli μόλις έσβησαν τα κόκκινα φώτα. Στον 6ο γύρο ένα κομμάτι του μονοθεσίου πάνω από το κεφάλι του Coulthard έσπασε και γέμισε την πίστα συντρίμμια, έτσι το πρώτο Αυτοκίνητο Ασφαλείας ήταν γεγονός. Λίγους γύρους μετά την επανεκκίνηση ο Neil Horan, ο θεατής με την σκοτσέζικη φούστα, εισέβαλε στην πίστα διακινδυνεύοντας το σοβαρό τραυματισμό του.
Έτσι το 2ο Αυτοκίνητο Ασφαλείας ήταν γεγονός, όλοι έσπευσαν άμεσα στα pit για αλλαγές ελαστικών και καύσιμα. Ο πρωτοπόρος του αγώνα ήταν πλέον ο Da Matta με τον Panis να ακολουθεί, οι οποίοι δεν μπήκαν για ανεφοδιασμό. Οι ανεφοδιασμοί των πρωτοπόρων και οι προσπεράσεις έφεραν τον Barrichello ξανά στις πρώτες θέσεις και συγκεκριμένα στη 2η θέση πίσω από τον Kimi Raikkonen, τον οποίο προσπέρασε και κατέκτησε την 6η νίκη της καριέρας του. Ο Φινλανδός αντιμετώπιζε πρόβλημα με το μονοθέσιό του, με αποτέλεσμα να χάσει τη 2η θέση από τον Juan Pablo Montoya και να ανέβει στο χαμηλότερο σκαλί του βάθρου.
Το 3ήμερο του Βρετανικού Grand Prix του 2009 ανήκε εξ’ ολοκλήρου στον Sebastian Vettel και τη Red Bull Racing, ο οποίος κατέκτησε την pole position και έφυγε καθαρά μπροστά με το που έσβησαν τα φώτα της εκκίνησης του αγώνα. Ενώ ο Vettel ξεμάκραινε κάνοντας τον ένα ταχύτερο γύρο πίσω από τον άλλο ο ομόσταβλός του, Mark Webber, δυσκολευόταν πίσω από τον Rubens Barrichello. Το πρώτο pitstop όμως έδωσε το πλεονέκτημα στον Αυστραλό, ο οποίος ανέβηκε στη 2η θέση αφήνοντας τον Βραζιλιάνο πίσω του. Ακόμα και μετά την δεύτερη επίσκεψη τον οδηγών από τα pit το 1-2 της Red Bull δεν έσπασε. Έτσι ο Sebastian Vettel πανηγύρισε τη νίκη του στον εντός έδρας αγώνα του μεγάλου αντιπάλου του εκείνη την χρονιά, Jenson Button, ο οποίος τερμάτισε αρκετά πιο πίσω στην 6η θέση. Ο Mark Webber ολοκλήρωσε την απόλυτη επικράτηση της αυστριακής ομάδας. Στην 3η θέση τερμάτισε ο Rubens Barrichello συμπληρώνοντας το βάθρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου